Κυριάκος Χαραλαμπίδης: ένας από τους καλύτερους σύγχρονους νεοέλληνες ποιητές |
![]() |
![]() |
Ποικίλα - Παρουσιάσεις | |
Πηγή: Διαχειριστής - 22.01.14 | |
Γράφει η Αθηνά Ν. Μαλαπάνη, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Κλασικής Φιλολογίας Τμ. Φιλολογίας ΕΚΠΑ 1. Εισαγωγή
Το Πανεπιστήμιο Αθηνών αναγόρευσε
επίτιμο διδάκτορα (29 Νοεμβρίου 2013) τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη, Κύπριο ποιητή
και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, κατόπιν πρότασης του τομέα Νεοελληνικής
Φιλολογίας του Φιλολογικού τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Ε.Κ.Π.Α. Πρώτη του εμφάνιση στα νεοελληνικά γράμματα έγινε με δημοσιεύσεις ποιημάτων του στο μαθητικό περιοδικό Ἀγωγή της Αμμοχώστου και στην εφημερίδα Κύπρος. Το πρώτο βιβλίο του ήταν η ποιητική συλλογή Πρώτη Πηγή (1961). Ακολούθησαν άλλες δώδεκα ποιητικές συλλογές, εκ των οποίων οι πιο πρόσφατες είναι ο Ἴμερος (2012) και η ποιητική συλλογή που παρουσιάστηκε πρόσφατα στην Κυπριακή Πρεσβεία, Στή γλώσσα τῆς ὑφαντικῆς (2013). Πέρα από ποιητής, ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης είναι και δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Τα δοκίμιά του έχουν συγκεντρωθεί τον τόμο Ὀλισθηρός ἰστός (2009). Για τη μετάφραση τριών ύμνων του Ρωμανού Μελωδού τιμήθηκε με το Βραβείο της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας. Για την προσφορά του στα γράμματα και στον πολιτισμό έχει τιμηθεί με το Διεθνές Έπαθλο Καβάφη στην Αίγυπτο (1998), με το βραβείο Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (2003), με το Βραβείο Πολιτιστικής Προσφοράς Τεύκρου Ανθία-Θοδόση Πιερίδη (2006) και με το Αριστείο Γραμμάτων, Τεχνών και Επιστημών της Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) (Οι πληροφορίες για τη βιογραφία και εργογραφία του ΚΧ έχουν αντληθεί από το άρθρο της Λ. Κουζέλη της εφημερίδας του «ΒΗΜΑ» [28/11/2013]). 1. Παρουσίαση της ποιητικής συλλογής Στή γλώσσα τῆς ὑφαντικῆς (Μεταίχμιο, Άθήνα 2013). 1.1 Γενικά χαρακτηριστικά της ποίησής του Η ποίηση του Κυριάκου Χαραλαμπίδη είναι καλοδουλεμένη και καταφέρνει να αποδώσει με πυκνότητα ποικίλα και πολύπλοκα νοήματα. Ο Χαραλαμπίδης έχει, όπως παρουσιάσαμε, πολύπλευρη μόρφωση και καλλιτεχνική παιδεία, με αποτέλεσμα να αποδίδει όλα αυτά τα πολιτισμικά ενδιαφέροντά του και στην ποίησή του. Επιπλέον, η ταραγμένη ιστορία της Κύπρου, που και ο ίδιος βίωσε και βιώνει, έχει αναπόφευκτα ασκήσει καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωσή του ως ποιητικής προσωπικότητας, με αποτέλεσμα να εμπνέεται και από αυτό το ιστορικό γεγονός. Γενικότερα, πηγές έμπνευσής του αποτελούν η καθημερινότητα, η Ιστορία, η Μυθολογία, η Κλασσική Λογοτεχνία και η Θρησκεία. Ο Χαραλαμπίδης αφομοιώνει τις προσωπικές του εμπειρίες και βιώματα και, εκφράζοντάς τα με την ποιητική του γλώσσα και με τον προσωπικό του τρόπο, τα μετατρέπει σε καθολικά βιώματα, καταφέρνοντας να συγκινήσει και να προβληματίσει τον αναγνώστη του. Σίγουρα, η ποίησή του είναι βαθυστόχαστη και περίπλοκη, απαιτώντας ένα εξασκημένο αναγνωστικό κοινό. Ο Χαραλαμπίδης, έχοντας στις «αποσκευές» του τις γνώσεις Ιστορίας, Κλασσικής Λογοτεχνίας και Μυθολογίας, αφορμάται από διάφορες ιστορικές προσωπικότητες, ποικίλα λογοτεχνικά είδη (genres), μυθολογικά πρόσωπα, γεγονότα και λογοτεχνικές φιγούρες, με αποτέλεσμα να πλάθει το υλικό των ποιημάτων του. Όπως ο ίδιος είπε στην παρουσίαση της ποιητικής του συλλογής στην Κυπριακή Πρεσβεία, αφήνει το ποίημα να ωριμάσει μέσα του και σταδιακά το δημιουργεί· έτσι, το ιστορικό, μυθολογικό και λογοτεχνικό υλικό διαμορφώνεται και αναδιαμορφώνεται από τον ποιητή και τον ψυχισμό του, αλλά και διαμορφώνει και αναδιαμορφώνει τον ποιητή και τον κόσμο του, με αποτέλεσμα να λαμβάνει καθολικό νόημα και να εντάσσεται στη σφαίρα της δικής μας πραγματικότητας, μεταφέροντας διαχρονικά νοήματα. Ιδιαίτερη είναι και η σχέση του με τη θρησκεία, τόσο τον Χριστιανισμό όσο και το θείο γενικά. Όπως δήλωσε στην παρουσίαση του έργου του, απέχει από την εκκλησιαστική εξουσία, αλλά αντιλαμβάνεται και συλλαμβάνει τον θεό ως ανώτερη δύναμη. Πράγματι, μέσα από τα ποιήματά του, ο Χαραλαμπίδης μπορεί να φαίνεται ότι προκαλεί, αλλά στην πραγματικότητα, προβάλλει μια αθώα, σχεδόν παιδική αντιμετώπιση της θρησκείας και του θεού. Δεν έχει σε καμία περίπτωση σκοπό να χλευάσει ή να προσβάλει τα θρησκευτικά πιστεύω του αναγνώστη, όποια κι αν είναι αυτά. Τέλος, θα θέλαμε να σχολιάσουμε την ποιητική του γλώσσα, η οποία είναι εξαιρετική και δύσκολα δουλεμένη. Ο Χαραλαμπίδης κατέχει πολύ καλά την ελληνική γλώσσα σε όλες της τις εκφάνσεις και γνωρίζει τον άρτιο χειρισμό της. Αναμειγνύει τύπους της καθομιλουμένης με τον αρχαιοπρεπή λόγο, τύπους της «αργκό», ακόμα και βωμολοχίες, που εκφράζουν την ψυχολογία του ποιητικού υποκειμένου. Γενικότερα, ο τρόπος χειρισμού της γλώσσας αποδεικνύει την πολύπλευρη πνευματική του καλλιέργεια, αλλά και τις διαφορετικές πηγές έμπνευσής του.
1.2 Συνοπτική παρουσίαση των ποιημάτων της συλλογής Θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε κάποια από τα ποιήματα της τελευταίας συλλογής του Κυριάκου Χαραλαμπίδη με έναν συνοπτικό και εύληπτο τρόπο, ώστε να ενημερωθεί κάθε αναγνώστης για την ποιητική αυτή συλλογή επαρκώς. Ένα από τα ποιήματα που μας έκαναν εντύπωση και θα θέλαμε να αναλύσουμε είναι αυτό, με το οποίο ξεκινά η ποιητική συλλογή: το ποίημα Ὁρατότης. Το ομιλούν ποιητικό υποκείμενο περιγράφει τη διαδικασία που ακολουθεί για να λάβει το ποιητικό χρίσμα. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι (…) Ποίηση εἶναι τά πουλιά/πού κολυμπᾶν σάν ψάρια στόν ἀέρα,/εἶναι τοῦ λόγου, ἄν θέλεις, ἡ γαστέρα/ἐπιζωγραφισμένη στ’ ἀνοιχτά· ο ποιητής δηλαδή, προβάλλει την άποψή του για το τι είναι Ποίηση, πώς ορίζεται ακριβώς αυτή η Τέχνη και πνευματική δημιουργία, πώς την αντιλαμβάνεται ο ίδιος και πώς προσπαθεί να την υπηρετήσει. Πρόκειται δηλαδή, για ένα κατεξοχήν αυτοαναφορικό ποίημα, στο οποίο παρουσιάζεται η νοοτροπία, αλλά και οι αμφιβολίες και οι προβληματισμοί του ποιητή γενικά και ειδικά, όπως και του κάθε καλλιτέχνη. Μάλιστα, αυτές οι αμφιβολίες και η ανασφάλεια που βιώνει το υποκείμενο εκφράζεται μέσα από την επίκλησή του στον Θεό [Ὅμως ἐγώ σέ Σένα, Κύριε, τί προσφέρω (…)], πράγμα που αποδεικνύει και τη σχέση του Χαραλαμπίδη με τη θρησκεία, αλλά θα μπορούσε να συνδεθεί και με την κλασσική θεωρία της θείας ποιητικής έμπνευσης και της έννοιας του θεόπνευστου ποιητή (vates), παρόλο που το συγκεκριμένο ποιητικό υποκείμενο αμφισβητεί την ίδια την αξία του και φοβάται ότι δεν καταφέρνει να εκπροσωπήσει επάξια την ποιητική του τέχνη. Αυτοαναφορικά και εμπνευσμένα από την Κλασσική Λογοτεχνία είναι και τα δύο επόμενα ποιήματα της συλλογής, Πίνδαρος ἐπί τό δεῖπνον τῶ Θεῶ και Θά πάω στόν Ἀσκληπιό μ’ ἔνα κοκόρι. Στο ίδιο πλαίσιο βρίσκεται και το ποίημα Ῥώτησε τόν Ἀπόλλωνα ἡ Πυθία. Το ομιλούν ποιητικό υποκείμενο,- θα μπορούσαμε να πούμε ότι ενδεχομένως να είναι και ο ίδιος ο ποιητής, που υπολανθάνει μέσα από μία persona,- προσπαθεί να αποκτήσει και να διατηρήσει το ποιητικό χάρισμα. Η δημιουργική ανάπλαση της Ιστορίας και της Μυθολογίας με στόχο την έκφραση υψηλών μηνυμάτων, παρατηρείται και στο εκτεταμένο ποίημα Όδυσσεύς. Το ποίημα μπορεί να διακριθεί σε δύο αντιθετικές ενότητες. Στην πρώτη, κυριαρχεί η εικόνα και η ατμόσφαιρα ενός αρχαιοελληνικού συμποσίου [(…) συνδαιτυμόνων θεῶν (…)]. Οι θεοί (Δίας, ‘Ήρα, Άρτεμη, Αφροδίτη, Αθηνά, Ποσειδώνας) ευφραίνονται, ενώ κυριαρχεί και το ερωτικό στοιχείο μέσα από την περιγραφή της Αφροδίτης [Ἀπ’ ὅλους ὄμως ἡ ξανθομαλλούσα/καὶ στηθοπλόκος Ἀφροδίτη προέτασσε/στόμα κλειστό, χείλη σμιχτά, δρεπάνι φρύδια/(…). Ὅλοι τὴ λαχταροῦσαν ἐπί τόπου (…), Νὰ μὴν πολυλογῶ, κατακλιθήκαμε,/τὴν ὀνειρόπλεχτη θωριά νυχτοπατώντας (…), Ὁ ἦχος τῆς σαγῆνης τάραζε τὶς ἴνες(…)]. Είναι σημαντικό όμως, ότι το ποιητικό υποκείμενο, που αποτελεί ομοδιηγητικό και ενδοδιηγητικό αφηγητή, επικαλείται τους ελληνιστικούς ποιητές και γραμματικούς Φιλητά, Ζηνόδοτο, Αρίσταρχο, Καλλίμαχο και Ερατοσθένη· και πάλι, φαίνεται η σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται η Ποίηση. Η μορφή του Οδυσσέα απλώς υπολανθάνει μέσα από μια αόριστη και ανώνυμη αναφορά στην πρώτη στροφή [(…) Τὶ τέρας ἐξυπνάδας καὶ γνώσεων ἤταν ἔνας /ἀπό τὴ συντροφιά, (…)]· η δυναμική είσοδος του ήρωα πραγματοποιείται ση δεύτερη ενότητα του ποιήματος, μετά τον ύπνο του αφηγητή [Αἴφνης ἐγείρομαι καὶ τὶ νὰ ἰδῶ: (…)], που διαπιστώνει την πνευματική δύναμη του Οδυσσέα και μάλιστα, τον ονομάζει [Ὁ δὲ Ὀδυσσεὺς –ποὺ λέγαμε πὼς ἤταν/τέρας πολύμορφο ἐξυπνάδας, γνώσεων, (…)]. Ο Οδυσσέας παλεύει με την Αλήθεια [ (…) ἀσήκωσε τὸ βέλος τῆς Ἀλήθειας (…)] και αναζητά την αψεγάδιαστη και αυθεντική γλωσσική έκφραση [ (…) τὴ σκισμή πελώριας ἀμφίβιας Λέξης.]. Εμπνευσμένα από μύθους και προσωπικότητες της Κλασσικής Λογοτεχνίας, ποιητικά διαμορφωμένες από τον Χαραλαμπίδη, είναι και άλλα ποιήματα της παρούσας συλλογής αποδεικνύοντας και αναδεικνύοντας την κλασσική παιδεία του ποιητή και τις ευαίσθητες χορδές του, που τον βοηθούν να συλλάβει και να αποδώσει την αρχαιότητα με τον δικό του τρόπο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ποιήματος εμπνευσμένου από τη μυθολογία και ενταγμένου στη σύγχρονη πραγματικότητα, είναι το ποίημα Ἡ Ἀφροδίτη γιὰ τὶς νέες οἰκονομικές συνθῆκες, όπου η θεά αναφέρεται στην κοστολόγηση της ομορφιάς, που χάνει την αξία της. Από αυτήν την κατηγορία ποιημάτων, αξίζει επίσης να σταθούμε στο Κηφεύς καὶ Πράξανδρος, αφιερωμένο στον Ανδρέα Βοσκό. Πρόκειται για ένα από τα εκτεταμένα ποιήματα της συλλογής. Ο Κηφεύς από την Αχαΐα και ο Πράξανδρος από τη Λακωνία ήταν οικιστές της Κερύνειας και της Λαπήθου στη Μυκηναϊκή Εποχή. Σχετική μαρτυρία αποτελεί ένα χωρίο του Λυκόφρονα (3ος αι. π.Χ.) [Χαραλαμπίδης (2013:104)], όπως μνημονεύεται και μέσα στο ποίημα [(…) Τὸ μαρτυρεῖ ἔνας δύτης, ὁ Λυκόφρων,/ποὺ πνίγηκε μαζί του./]. Το ποίημα ξεκινά με μιαν αναδρομή στο παρελθόν, προβάλλοντας έναν σκληραγωγημένο καπετάνιο [Στο δοιάκι καπετάνιος χελωνόδερμος/μὲ δέκα θαλασσόλυκους χαλκούς/καὶ τὸν Κηφέα καὶ Πράξανδρο ἀδελφούς/στὸ μοίρασμα ἡλιοστάλακτης ἀρμύρας. (…) Χρόνους πολλούς πιὸ ὕστερα ἐκεῖνο τὸ καράβι/βούλιαξε στὰ ρηχά τῆς βόρειας ἄκρης.], που προσορμίζει στην Κύπρο, άσχετα αν το όνομα του νησιού δεν δηλώνεται απερίφραστα, αλλά μέσα από έμμεσες αναφορές. Το πολύπαθο νησί σκιαγραφείται με λογοτεχνική μαεστρία μέσα από την ποιητική μετάπλαση της ιστορικής φιγούρας της Στρατονίκης, συζύγου του Αντίγονου και μητέρας του Δημητρίου Πολιορκητή [Χαραλαμπίδης (2013:105)] [Μιὰ φαλακρή ἔξαιφνης Στρατονίκη/ὡς ἀναδυομένη ἐξ αἰγιαλοῦ, (…) ἀναμέλπει/ στὰ κύματα τῆς κόμης οἰκτιρμούς.]· η Στρατονίκη θρηνεί για την Κύπρο και την αδυναμία να επανακτήσει την ελευθερία της [Ἄδει τὴ ῥοή τῆς γλυκομύριστης/ὀρίγανης καὶ μαντζουράνας, βάφει/τὸ θρῆνο μὲ πορφύρα καὶ χεννά, (…) ὀφείλουμε στὴν Κίρκη νὰ πληρώσουμε/ἀπεξαρχής πέντε δραχμές./Καὶ ποῦ νὰ βρεῖς δραχμές τέτοιο καιρό;]. Ακόμη και το όνομα της ιστορικής μορφής που επιλέγεται δεν είναι τυχαίο, αλλά λειτουργεί ως omen nomen· η νίκη του στρατού, είναι αυτό που χρειάζεται ο τόπος για την απελευθέρωσή του. Ωστόσο, ο τελευταίο στίχος μας αφήνει μια προσδοκία και αισιοδοξία· ο Κηφέας πλημμυρίζει τον τόπο λεμόνια και ο Πράξανδρος κρατήρες [(…) Καὶ τὸ πλημμύρισε ὁ Κηφεύς λεμόνια/καὶ διψασμένα ὁ Πράξανδρος κροντήρια.]· υπάρχει λοιπόν, μια ελπίδα για την ευφορία και γονιμότητα της Κύπρου, παρά τα βάσανά της. Ολοκληρώνοντας τη συντομότατη αυτή αναφορά μας στα ποιήματα της συλλογής του Χαραλαμπίδη, να επισημάνουμε ότι υπάρχουν ποιήματα εμπνευσμένα από ιερά τέρατα της μουσικής [Ζίγκα τοῦ Μπὰχ, Βόλφγκανγκ Ἀμαντέους Μόσταρτ (ετών 35)] και μια ακόμη κατηγορία που θα μπορούσαμε να διακρίνουμε είναι ποιήματα επηρεασμένα από το δημοτικό τραγούδι και τη λαϊκή παράδοση [Τρία πουλιά, Ἤρτε καιρός νὰ παντρευτῶ κ.ά.]. 2. Επίλογος Πρόκειται λοιπόν, για μία ποιητική συλλογή με πολυποίκιλα και βαθυστόχαστα ποιήματα, που αναδεικνύουν το εύρος της σκέψης, τον ώριμο προβληματισμό και τη σφαιρική παιδεία του δημιουργού τους. Μπορεί να πρόκειται για μία δύσκολη και δυσερμήνευτη ποίηση παρά τις σημειώσεις που παρατίθενται από τον ποιητή στο τέλος, αλλά ακόμη και το κοινό με τη στοιχειώδη παιδεία και γλωσσική καλλιέργεια, μπορεί να χαρεί την καλοδουλεμένη γλώσσα και να αισθανθεί και να αντιληφθεί με τον δικό του τρόπο τα διάφορα νοήματα, που μεταλαμπαδεύονται τόσο ανάγλυφα και δυναμικά. *Το βιβλίο του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, Στὴ γλώσσα τῆς ὑφαντικῆς, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2013.ν, η ταραγμένη ιστορία της Κύπρου, που και ο ίδιος βίωσε και βιώνει, έχει αναπόφευκτα ασκήσει καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωσή του ως ποιητικής προσωπικότητας, με αποτέλεσμα να εμπνέεται και από αυτό το ιστορικό γεγονός. Γενικότερα, πηγές έμπνευσής του αποτελούν η καθημερινότητα, η Ιστορία, η Μυθολογία, η Κλασσική Λογοτεχνία και η Θρησκεία. Ο Χαραλαμπίδης αφομοιώνει τις προσωπικές του εμπειρίες και βιώματα και, εκφράζοντάς τα με την ποιητική του γλώσσα και με τον προσωπικό του τρόπο, τα μετατρέπει σε καθολικά βιώματα, καταφέρνοντας να συγκινήσει και να προβληματίσει τον αναγνώστη του. Σίγουρα, η ποίησή του είναι βαθυστόχαστη και περίπλοκη, απαιτώντας ένα εξασκημένο αναγνωστικό κοινό.
|